Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αντάντε < (άμεσο δάνειο) ιταλική andante

  Επίρρημα επεξεργασία

αντάντε ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία