Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ανεξάρτητο πλατφόρμας < → δείτε τις λέξεις ανεξάρτητος και πλατφόρμα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ανεξάρτητο πλατφόρμας (en) ουδέτερο

Υπώνυμα επεξεργασία

(πληροφορική):

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία