αλλοπαθητικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αλλοπαθητικά < αλλοπαθητικός
Προφορά επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
αλλοπαθητικά
- με τον τρόπο της αλλοπαθητικής ιατρικής
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη αλλοπαθητική
Μεταφράσεις επεξεργασία
αλλοπαθητικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αλλοπαθητικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αλλοπαθητικός