αλαμπρατσέτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αλαμπρατσέτα < (άμεσο δάνειο) ιταλική «a braccetto», υποκοριστικό του braccio (μπράτσο). Τροπή σε αλα- κατά το σχήμα άλλων ιταλικών εκφράσεων με το θηλυκό alla[1] και κατάληξη -έτα
Επίρρημα επεξεργασία
αλαμπρατσέτα και αλαμπράτσα
- από το μπράτσο, αγκαζέ
- ※ Πάμε μια βόλτα αλαμπρατσέτα (στίχος από το τραγούδι Ματιές του Θανάση Γκαϊφύλλια)
Συνώνυμα επεξεργασία
- αγκαζέ
- χεραγκαλιά (λογοτεχνία)
Μεταφράσεις επεξεργασία
αλαμπρατσέτα
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ αλαμπρατσέτα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας