Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αλήστου μνήμης < → δείτε τις λέξεις αλήστου και μνήμης

  Έκφραση επεξεργασία

αλήστου μνήμης

  1. αξέχαστος, αλησμόνητος
  2. (ειρωνικό) (με αρνητική έννοια) περιβόητος

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • άληστοςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)