αγγλικών
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αγγλικών
- γενική πληθυντικού του αγγλικός
- γενική πληθυντικού του αγγλική
- γενική πληθυντικού του αγγλικό
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
αγγλικών ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- γενική πληθυντικού του αγγλικά