Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αγγειεκτομή οι αγγειεκτομές
      γενική της αγγειεκτομής των αγγειεκτομών
    αιτιατική την αγγειεκτομή τις αγγειεκτομές
     κλητική αγγειεκτομή αγγειεκτομές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγγειεκτομή < λείπει η ετυμολογία
→ δείτε τις λέξεις αγγείο και εκτομή

  Ουσιαστικό επεξεργασία

αγγειεκτομή θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία