Ψαραντώνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ψαραντώνη < γενική ενικού του αρσενικού Ψαραντώνης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ψαραντώνη θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Ψαραντώνης
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Ψαραντώνη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Ψαραντώνης