Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Χίλτον < (άμεσο δάνειο) αγγλική Hilton

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Χίλτον αρσενικό ή θηλυκό (το επώνυμο), ή ουδέτερο· άκλιτο

  1. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
    Αν ενδιαφέρεσαι για την την ύστερη περίοδο του φεουδαλισμού στην Αγγλία, να διαβάσεις τα βιβλία του καθηγητή Ρόντνεϋ Χίλτον, που είναι από τα καλύτερα σε αυτόν τον τομέα.
  2. επωνυμία ξενοδοχείων σε όλο τον κόσμο, της φερώνυμης διεθνούς αλυσίδας
  3. συνοικία της Αθήνας, γύρω από του ομώνυμο ξενοδοχείο
    ※  Διαμέρισμα βρήκα, ένα βολικό, δυο δωμάτια, χολάκι, κουζίνα, μπάνιο και μπαλκονάκι, […] περιοχή Χίλτον, όπως έπιασαν να λένε οι Αθηναίοι τελευταία
    Στρατής Τσίρκας, Η χαμένη άνοιξη, 1976 [μυθιστόρημα]. Αθήνα: Κέδρος, 261989, σ. 95. ISBN 960-04-0042-3. Σημείωση: η διήγηση του συγγραφέα αναφέρεται στο 1965.

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία