Φοίνισσες
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Φοίνισσες < αρχαία ελληνική Φοίνισσαι, θηλυκό του Φοίνικες < Φοινίκη < πιθανόν από το "φοινός", το βαθύ πορφυρό
Κύριο όνομα επεξεργασία
Φοίνισσες θηλυκό πληθυντικός
- οι γυναίκες από την Φοινίκη, χώρα που κατά την αρχαιότητα εκτεινόταν στη θέση του σημερινού Λιβάνου και σε τμήμα της Συρίας
- τίτλος τραγωδίας του Ευριπίδη, όπου ο χορός αποτελείται από γυναίκες της Φοινίκης.
- ο Ευριπίδης έγραψε τις Φοίνισσες (στην αρχαιότητα Φοίνισσαι) γύρω στο 410 π.Χ.
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Φοίνισσες