Τυνησία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Τυνησία | οι | Τυνησίες |
γενική | της | Τυνησίας | των | Τυνησιών |
αιτιατική | την | Τυνησία | τις | Τυνησίες |
κλητική | Τυνησία | Τυνησίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τυνησία < (άμεσο δάνειο) γαλλική Tunisie < αραβική Tūnusīyah < تُونِس (Τūnis) (: το όνομα της πρωτεύουσας)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τυνησία θηλυκό
- κράτος της βόρειας Αφρικής με πρωτεύουσα την Τύνιδα, επίσημη γλώσσα την αραβική και νόμισμα το δηνάριο
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Τυνησία στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Τυνησία
|