Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Τζιναίοι
      γενική των Τζιναίων
    αιτιατική τους Τζιναίους
     κλητική Τζιναίοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Τζιναίοι < πληθυντικός του Τζίνας

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /d͡ziˈne.i/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τζι‐ναί‐οι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Τζιναίοι αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου 1954 (λήψη αρχείου PDF)