Στράτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈstɾa.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Στρά‐τος
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Στράτος < ελληνιστική κοινή Στράτος (αρσενικό, ή και θηλυκό)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Στράτος θηλυκό (και αρσενικό)
- χωριό στην Αιτωλοακαρνανία, κοντά στο Αγρίνιο
- → δείτε τη λέξη Σουροβίγλι (παλιότερη ονομασία)
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Στράτος < Ευστράτιος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Στράτος αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ετυμολογία 3 επεξεργασία
- Στράτος < από το όνομα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Στράτος αρσενικό (θηλυκό Στράτου)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Νικόλαος Στράτος στη Βικιπαίδεια (1872-1922), Πρωθυπουργός της Ελλάδας