Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Σπύρος οι Σπύροι
      γενική του Σπύρου των Σπύρων
    αιτιατική τον Σπύρο τους Σπύρους
     κλητική Σπύρο Σπύροι
Κατηγορία όπως «υπνάκος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σπύρος < Σπυρ(ίδων) + -ος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈspi.ɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σπύ‐ρος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σπύρος αρσενικό

Παράγωγα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία