Δείτε επίσης: Ποτάμιος

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ποταμιός οἱ Ποταμιοί
      γενική τοῦ Ποταμιοῦ τῶν Ποταμιῶν
      δοτική τῷ Ποταμι τοῖς Ποταμιοῖς
    αιτιατική τὸν Ποταμιόν τοὺς Ποταμιούς
     κλητική ! Ποταμιέ Ποταμιοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ποταμιώ
γεν-δοτ τοῖν  Ποταμιοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ποταμιός < Ποταμ(ός) + -ιος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ποταμιός αρσενικό

Άλλες γραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία