Πηγή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Πηγή | οι | Πηγές |
γενική | της | Πηγής | των | Πηγών |
αιτιατική | την | Πηγή | τις | Πηγές |
κλητική | Πηγή | Πηγές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /piˈʝi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πη‐γή
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πηγή θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Πηγή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Πηγή < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Πηγή θηλυκό
Αναφορές επεξεργασία
- Πηγή - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven