Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Πεισιστρατίδης οἱ Πεισιστρατίδαι
      γενική τοῦ Πεισιστρατίδου τῶν Πεισιστρατιδῶν
      δοτική τῷ Πεισιστρατίδ τοῖς Πεισιστρατίδαις
    αιτιατική τὸν Πεισιστρατίδην τοὺς Πεισιστρατίδᾱς
     κλητική ! Πεισιστρατίδη Πεισιστρατίδαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Πεισιστρατίδ
γεν-δοτ τοῖν  Πεισιστρατίδαιν
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Κρονίδης' όπως «Κρονίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Πεισιστρατίδης < Πεισίστρατ(ος) + -ίδης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Πεισιστρατίδης αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία