Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Παπουτσωμένος Γάτος < παπουτσωμένος + γάτος, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική Chat botté • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Παπουτσωμένος Γάτος αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία