Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Νάντια οι Νάντιες
      γενική της Νάντιας
    αιτιατική τη Νάντια τις Νάντιες
     κλητική Νάντια Νάντιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νάντια < (άμεσο δάνειο) γαλλική Nadia < ρωσική Надя (χαϊδευτικό του Надежда) < надежда (ελπίδα)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νάντια θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία