Μαρκοπουλιώτισσα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μαρκοπουλιώτισσα < Μαρκοπουλιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /maɾ.ko.puˈʎo.ti.sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μαρ‐κο‐που‐λιώ‐τισ‐σα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μαρκοπουλιώτισσα θηλυκό
- (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Μαρκοπουλιώτης
- ※ Θε να σου πω τον πόνο μου, Μαρκοπουλιώτισσα μου, / μου 'παν πως άλλον αγαπάς, χωριατοπούλα μου / και καίγεται η καρδιά μου. (Μαρκοπουλιώτισσα, μουσική/στίχοι: Κώστας Σκαρβέλης, εκτέλεση: Ρίτα Αμπατζή, 1933)
Συγγενικά επεξεργασία
- μαρκοπουλιώτικος
- → και δείτε τη λέξη Μαρκόπουλο
Μεταφράσεις επεξεργασία
για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Μαρκοπουλιώτης
Μαρκοπουλιώτισσα
|