Κρονίων
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κρονίων, -ωνος αρσενικό (ή -ονος: στον Όμηρο με μακρό ῑ, αλλού, βραχύ ῐ)
Κλίση επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Κρονίων - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Κρονίων - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.