Κουτσόγιωργα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κουτσόγιωργα < γενική ενικού του αρσενικού Κουτσόγιωργας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kuˈt͡so.ʝoɾ.ɣa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κου‐τσό‐γιωρ‐γα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κουτσόγιωργα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Κουτσόγιωργα αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Κουτσόγιωργας