Κοσμετάτου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κοσμετάτου < γενική ενικού του αρσενικού Κοσμετάτος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚοσμετάτου θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Κοσμετάτος
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΚοσμετάτου αρσενικό
- γενική ενικού του Κοσμετάτος