Κομηνιάνικα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Κομηνιάνικα | ||
γενική | των | Κομηνιάνικων | ||
αιτιατική | τα | Κομηνιάνικα | ||
κλητική | Κομηνιάνικα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ko.miˈɲa.ni.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κο‐μη‐νιά‐νι‐κα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κομηνιάνικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Ταυτόσημο επεξεργασία
- Ντουριάνικα (πρώην ονομασία)
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Κομηνιάνικα
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Αθήνα: σύγγραμμα περιοδικόν της Εν Αθήναις Επιστημονικής Εταιρείας (1982), Αθήνα, σελ. 133