Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι Καραλήδες
      γενική των Καραλήδων
    αιτιατική τους Καραλήδες
     κλητική Καραλήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καραλήδες < πληθυντικός αριθμός του Καραλής

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.ɾaˈli.ðes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐ρα‐λή‐δες

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καραλήδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου 1954 (λήψη αρχείου PDF)

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Καραλήδες αρσενικό