Δείτε επίσης: καραγκιόζος, Καραγκιόζης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καραγκιόζος < Καραγκιόζης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καραγκιόζος αρσενικό

  1. (οικείο) ανδρικό όνομα, ο χαρακτήρας Καραγκιόζης του θεάτρου σκιών, όπως κατά κανόνα τον αποκαλεί χαϊδευτικά ο Σιορ Διονύσιος (Νιόνιος)
  2. ανδρικό επώνυμο, (θηλυκό: Καραγκιόζου)

Μεταγραφές επεξεργασία