Δείτε επίσης: Καρκάνης, Καρκάκης, Καρκάρης, Καρκώνης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Καλκάνης οι Καλκάνηδες
      γενική του Καλκάνη των Καλκάνηδων
    αιτιατική τον Καλκάνη τους Καλκάνηδες
     κλητική Καλκάνη Καλκάνηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

  1. Καλκάνης < καλκάνι + -ης
  2. Καλκάνης < Καρκάνης < κάρκανο
  3. Καλκάνης < ιταλική Calcagno < calcagno < λατινική calcaneum / calcaneus < calx (φτέρνα)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kalˈka.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καλ‐κά‐νης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καλκάνης αρσενικό (θηλυκό Καλκάνη)

Μεταγραφές επεξεργασία