Κίτσι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κίτσι | τα | Κίτσια |
γενική | του | Κιτσιού | των | Κιτσιών |
αιτιατική | το | Κίτσι | τα | Κίτσια |
κλητική | Κίτσι | Κίτσια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Κίτσι < αρβανίτικη • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈci.t͡si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κί‐τσι
Κύριο όνομα επεξεργασία
Κίτσι ουδέτερο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Κίτσι στη Βικιπαίδεια