Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Κίρρα
      γενική της Κίρρας
    αιτιατική την Κίρρα
     κλητική Κίρρα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈci.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κίρ‐ρα

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Κίρρα < αρχαία ελληνική Κίρρα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κίρρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. αρχαία πόλη της Φωκίδας
  2. χωριό της Φωκίδας

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Κίρρα < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κίρρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Κίρρ
      γενική τῆς Κίρρᾱς
      δοτική τῇ Κίρρ
    αιτιατική τὴν Κίρρᾱν
     κλητική ! Κίρρ
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κίρρα < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κίρρα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία