Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Θευδώτης οἱ Θευδῶται
      γενική τοῦ Θευδώτου τῶν Θευδωτῶν
      δοτική τῷ Θευδώτ τοῖς Θευδώταις
    αιτιατική τὸν Θευδώτην τοὺς Θευδώτᾱς
     κλητική ! Θευδῶτ Θευδῶται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Θευδώτ
γεν-δοτ τοῖν  Θευδώταιν
Συνήθως στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Θευδώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Θευδώτης αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία