Θεία Κοινωνία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Θεία Κοινωνία < μεσαιωνική ελληνική Θεία Κοινωνία < αρχαία ελληνική θεῖος + κοινωνία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
Θεία Κοινωνία θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Θεία Κοινωνία
|
Θεία Κοινωνία θηλυκό
|