Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ζαχαρέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Ζαχαρέλλης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /za.xaˈɾe.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ζα‐χα‐ρέλ‐λη

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ζαχαρέλλη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Ζαχαρέλλη αρσενικό