Ζαγάρα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαγάρα < γενική ενικού του αρσενικού Ζαγάρας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zaˈɣa.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐γά‐ρα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαγάρα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Ζαγάρα αρσενικό