Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Εμπορέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Εμπορέλλης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Εμπορέλλη θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Εμπορέλλη αρσενικό