Δομουζέλλη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δομουζέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Δομουζέλλης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔομουζέλλη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΔομουζέλλη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Δομουζέλλης