Διαλεχτή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Διαλεχτή < διαλεκτή < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου διαλεκτός• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ði̯a.leˈxti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δια‐λε‐χτή
Κύριο όνομα επεξεργασία
Διαλεχτή θηλυκό, αρσενικό Διαλεχτός
- (σπάνιο) γυναικείο όνομα
- ※ Ἡ Διαλεχτή ἦτο ἀγαθωτάτης ψυχῆς νέα, οὐδέποτε ἠδύνατο νὰ φαντασθῇ ἢ νὰ ὑποπτεύσῃ κακόν τι (από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Το χριστόψωμο» (1887) [1] )
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Διαλεχτή στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Διαλεχτή
|
Πηγές επεξεργασία
- "Συλλογή κύριων ονομάτων των νεότερων Ελλήνων Θράκης". Αρχείου του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. 1. Αθήνα: Τυπογραφείον Σεργιάδου. 1934-35. σελ. 218-224.