Γαργηττός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γαργηττός | οι | Γαργηττοί |
γενική | του | Γαργηττού | των | Γαργηττών |
αιτιατική | τον | Γαργηττό | τους | Γαργηττούς |
κλητική | Γαργηττέ | Γαργηττοί | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Γαργηττός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Γαργηττός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ɣaɾ.ʝiˈtos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γαρ‐γητ‐τός
Κύριο όνομα επεξεργασία
Γαργηττός αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία) όνομα μυθικού ήρωα της αρχαιότητας
- δήμος της αρχαίας Αθήνας
- συνοικία του Γέρακα στην Αθήνα
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Γαργηττός | ||
γενική | τοῦ | Γαργηττοῦ | ||
δοτική | τῷ | Γαργηττῷ | ||
αιτιατική | τὸν | Γαργηττόν | ||
κλητική ὦ! | Γαργηττέ | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Γαργηττός < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Γαργηττός αρσενικό
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Γαργηττός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.