Γαμβρέλλη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Γαμβρέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Γαμβρέλλης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓαμβρέλλη θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Γαμβρέλλης
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΓαμβρέλλη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Γαμβρέλλης