Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vaˈti.ðon/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐τή‐δων

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Βατήδων αρσενικό