Αυστραλασία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αυστραλασία | ||
γενική | της | Αυστραλασίας | ||
αιτιατική | την | Αυστραλασία | ||
κλητική | Αυστραλασία | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αυστραλασία < αγγλική Australasia[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /af.stɾa.laˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αυ‐στρα‐λα‐σί‐α
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αυστραλασία θηλυκό, μόνο στον ενικό
- η γεωγραφική περιοχή που καλύπτει την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τη Νέα Γουινέα
- ※ Μία ομάδα υποστηρίζει ότι μετά την Εξοδο από την Αφρική, πριν από 72 χιλιάδες χρόνια, οι σύγχρονοι άνθρωποι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία κινήθηκε βόρεια προς την Ευρασία και η άλλη ανατολικά προς την Αυστραλασία.
- Προήλθαν όλες οι φυλές από την αφρικανική Εξοδο;, Η Καθημερινή, 23 Σεπτεμβρίου 2016
- ※ Μία ομάδα υποστηρίζει ότι μετά την Εξοδο από την Αφρική, πριν από 72 χιλιάδες χρόνια, οι σύγχρονοι άνθρωποι χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: η μία κινήθηκε βόρεια προς την Ευρασία και η άλλη ανατολικά προς την Αυστραλασία.
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αυστραλασία
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)