Δείτε επίσης: αμυγδαλιά

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Αμυγδαλιά οι Αμυγδαλιές
      γενική της Αμυγδαλιάς των Αμυγδαλιών
    αιτιατική την Αμυγδαλιά τις Αμυγδαλιές
     κλητική Αμυγδαλιά Αμυγδαλιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.mi.ɣðaˈʎa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐μυ‐γδα‐λιά

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Αμυγδαλιά < αμυγδαλιά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αμυγδαλιά θηλυκό

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Αμυγδαλιά < καθαρεύουσα Ἀμυγδαλέα → δείτε και τις λέξεις αμυγδαλιά και αμυγδαλέα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αμυγδαλιά θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία