Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αλεπουδέα < γενική ενικού του αρσενικού Αλεπουδέας

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αλεπουδέα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Αλεπουδέα αρσενικό