Αβινιόν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /a.viˈɲon/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐βι‐νιόν
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αβινιόν θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αβινιόν στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αβινιόν
|