Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

withdrawal (en)

  1. η απόσυρση
  2. η αποχώρηση
  3. η ανάληψη χρημάτων από τραπεζικό λογαριασμό
  4. το τράβηγμα (μέθοδος της διακοπτόμενης συνουσίας