Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

więzienie (pl) ουδέτερο

  • η φυλακή ως τόπος, μέρος, ως ποινή και ως μεταφορική έννοια αποκλεισμού

Συγγενικά επεξεργασία