vrata
Βοσνιακά (bs)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαvrata (bs) ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η πόρτα
Κροατικά (hr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαvrata (hr) ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- η πόρτα
Σερβικά (sr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαvrata (sr)
- λατινική γραφή του врата
Σλοβενικά (sl)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαvrata (sl)
- η πόρτα