violo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- violo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | violo | violoj |
αιτιατική | violon | violojn |
violo (eo)
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
violo (la)