Ετυμολογία

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
vide vides

vide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
vide vides

vide (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία