vestiblo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- vestiblo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vestiblo | vestibloj |
αιτιατική | vestiblon | vestiblojn |
vestiblo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vestiblo | vestibloj |
αιτιατική | vestiblon | vestiblojn |
vestiblo (eo)