usant
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- usant < usants, χρήστες < user, φθείρω
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | usant | usants |
θηλυκό | usante | usantes |
usant (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | usant | usants |
θηλυκό | usante | usantes |
usant (fr) αρσενικό